ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΜΠΙΟΥ
Καλησπέρα σε όλες και όλους. Αρχικά, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τις εκδόσεις Αρμίδα και τον Όμιλο Λογοτεχνίας και Κριτικής γι’ αυτή την όμορφη ευκαιρία που μου δίνουν να μιλήσω απόψε εδώ. Πιο πολύ, όμως, θα ήθελα να ευχαριστήσω την αγαπητή κα Ρήνα Κατσελλή, καθώς, ούσα η επιμελήτρια του βιβλίου Οι εγκλωβισμένοι του ξενοδοχείου Ντόουμ, είχα την ευκαιρία να τη γνωρίσω και δια ζώσης και να συλλέξω ακόμα μια πολύτιμη εμπειρία μέσα από τη συνεργασία μας.
Σήμερα θα μιλήσω ως φιλόλογος και ως η επιμελήτρια του βιβλίου, μα πιο πολύ ως άνθρωπος· ως μια κάτοικος του νησιού, η οποία ανήκοντας στη νέα γενιά δεν έζησα τα γεγονότα που περιγράφονται στην ιστορική αυτή καταγραφή, αλλά τα βίωσα μέσα από τις σελίδες του βιβλίου.
Κάτι λιγότερο από έναν χρόνο πριν, επικοινώνησε μαζί μου ο διευθυντής των εκδόσεων Αρμίδα, κ. Χάρης Ιωαννίδης, για να μου ανακοινώσει το νέο έργο που επρόκειτο να εκδώσουμε. Στο άκουσμα του ονόματος της κας Ρήνας Κατσελλή, ομολογώ ότι χάρηκα, καθώς μια από τις πολλές χαρές του επαγγέλματος της επιμελήτριας είναι ότι έρχομαι κάθε φορά σ’ επαφή με ανθρώπους που υπό άλλες συνθήκες δεν θα μπορούσα να γνωρίσω. Αμέσως διευθετήθηκε μια συνάντηση με την κα Ρήνα, στο σπίτι στο οποίο έζησε τα χρόνια μετά την προσφυγιά στη Λευκωσία, κατά την οποία μου εμπιστεύτηκε το κείμενο κι άρχισε αυτό το όμορφο ταξίδι. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να αναφέρω πως αυτή ήταν και η μοναδική συνάντηση που πραγματοποιήθηκε. Δυστυχώς, λόγω την έκρηξης της πανδημίας, δεν υπήρξε καμία συνάντηση μεταξύ της κας Κατσελλή, του κ. Ιωαννίδη κι εμού. Επομένως, και θα ήθελα να σταθώ σε αυτό, πρόκειται για ένα βιβλίο το οποίο γεννήθηκε, ωρίμασε, εκδόθηκε και παρουσιάζεται μέσω διαδικτύου.
Η συνεργασία με την κα Κατσελλή υπήρξε εξαίρετη σε όλα τα επίπεδα. Άνθρωπος χαμογελαστός, μα και πικραμένος με όλα όσα βίωσε, διέκρινα αμέσως την αγωνία της να περάσει στο βιβλίο τα όσα βίωσαν όσοι παρέμειναν εγκλωβισμένοι για περίπου δύο χρόνια στο ξενοδοχείο Ντόουμ στην Κερύνεια κατά την τουρκική εισβολή, αλλά και να προβάλει τον συστηματικό ψυχολογικό πόλεμο που ασκούσαν οι Τούρκοι μέχρι να πετύχουν τον στόχο τους. Μετά την πρώτη ανάγνωση του κειμένου, είχα μια ολοκληρωμένη άποψη και μια πληθώρα συναισθημάτων και δεν σας κρύβω ότι σε πολλά σημεία της ανάγνωσης έπρεπε να σταματήσω για να διαχειριστώ τα συναισθήματά μου. Εμείς οι νεότεροι ακούμε, διαβάζουμε, αλλά μόνο μέσα από μια τέτοια αναλυτική ιστορική καταγραφή μπορούμε να αντιληφθούμε στον μέγιστο, ίσως, βαθμό τα γεγονότα και τα συναισθήματα που βίωσαν οι πρωταγωνιστές.
*
Ξεκινώ από τη δομή του έργου. Το έργο αποτελείται από δύο τόμους. Πρόκειται για δύο διαφορετικές πτυχές του ίδιου θέματος, οι οποίες θα μπορούσαν άνετα να «παντρευτούν» σε έναν τόμο, αλλά θα επρόκειτο για ένα εξαιρετικά δύσχρηστο έργο. Πρόκειται για μια φροντισμένη έκδοση· μια έκδοση μινιμαλιστικά όμορφη. Τα εξώφυλλα, σε διαφορετικές αποχρώσεις του γκρι και με διαφορετικό φωτισμό, αποπνέουν έναν αέρα άλλης εποχής, έναν αέρα που στο βάθος θυμίζει προσφυγιά, με τις σκιτσαρισμένες βουνοκορφές να παραπέμπουν αμέσως τον αναγνώστη στα βουνά των κατεχόμενων περιοχών.
Ο πρώτος, και μεγαλύτερος, τόμος αριθμεί 255 σελίδες και αποτελείται από τα εξής κεφάλαια: Πρόλογος, Εισαγωγή, Μέρος Πρώτο, Μέρος Δεύτερο, Μέρος Τρίτο/Επίμετρο. Ο πρόλογος, γραμμένος σε πρώτο πρόσωπο, αποτελείται σε γενικές γραμμές από τις ευχαριστίες της συγγραφέως προς όσους βοήθησαν στην πραγματοποίηση του έργου. Επίσης, σ’ αυτόν η συγγραφέας καταγράφει τους λόγους που την ώθησαν να προχωρήσει σε αυτή τη συγγραφή. Στην εισαγωγή, η κα Κατσελλή παραθέτει την πορεία που ακολούθησε προκειμένου να γράψει το έργο, αλλά και τις δυσκολίες που συνάντησε (όπως είναι η δυσκολία στο να εντοπίσει τις ακριβείς ημερομηνίες). Επιπλέον, δεν διστάζει να θίξει το θέμα της σύγχρονης πραγματικότητας που επικρατεί στις μέρες μας στο νησί σε πολιτικό, αλλά και ιδεολογικό επίπεδο, κρούοντας έτσι τον κώδωνα του κινδύνου. Ας σταθούμε πιο αναλυτικά στα τρία βασικά μέρη του τόμου. Το πρώτο μέρος αποτελείται από 86 σελίδες και σ’ αυτό η συγγραφέας αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν από το Σάββατο 20 Ιουλίου 1974 μέχρι και τον Αύγουστο του 1974. Το μέρος υποδιαιρείται σε 16 ενότητες και 63 συνολικά επιμέρους υποενότητες, με τις κύριες ενότητες να είναι χωρισμένες ανά ημέρα. Στις σελίδες αυτές περιγράφονται τα γεγονότα της φοβερής μέρας της εισβολής, αλλά και όσων την ακολούθησαν, με επίκεντρο τη συγκέντρωση των εγκλωβισμένων στο ξενοδοχείο, την εμπλοκή των ειρηνευτικών δυνάμεων, το σχέδιο δράσης του Gill, τη δημιουργία των πρώτων λιστών με τους εγκλωβισμένους που βρέθηκαν στο ξενοδοχείο, τον διαχωρισμό εργασιών, τις λεηλασίες εκ μέρους των εχθρών, τις συλλήψεις, τη διαβίωση, την εκδίωξη της ομάδας Gill και την προετοιμασία του ψυχολογικού πολέμου.
Παραθέτω δύο ενδεικτικά αποσπάσματα από το πρώτο μέρος. Το πρώτο απόσπασμα προέρχεται από την Τρίτη 23 Ιουλίου, τρεις μέρες μετά την αποφράδα μέρα της εισβολής:
Οι Ελληνοκύπριοι εγκλωβισμένοι στο ξενοδοχείο Ντόουμ βρίσκονταν σε κατάσταση απελπισίας παρακολουθώντας τρομοκρατημένοι μετά την άρνηση να μεταφερθούν όσοι τουλάχιστον χρειάζονταν άμεση ιατρική βοήθεια, ενώ περνούσαν συνεχώς την κύρια είσοδο του ξενοδοχείου και άλλοι ντόπιοι πολίτες. Αρκετοί που διέθεταν αυτοκίνητα, βλέποντας τους ξένους να φεύγουν ανατολικά με τη νηοπομπή, αποφάσισαν να πάρουν τα δικά τους και να τους ακολουθήσουν, παίζοντας τη ζωή τους στα ζάρια.
Μερικές οικογένειες που κρύβονταν σε σπηλιές στην περιοχή, βλέποντας τη χαμηλή πτήση των ελικοπτέρων και αγνοώντας την ταυτότητά τους, αποφάσισαν να τρέξουν και αυτοί για προστασία στο ξενοδοχείο.
(Ρήνα Κατσελλή, Οι εγκλωβισμένοι του ξενοδοχείου Ντόουμ, τομ. Α΄, σελ. 58-59)
Το δεύτερο απόσπασμα αφορά τις μέρες που ακολούθησαν μετά τις 14 Αυγούστου και τη 2η εισβολή:
Με την εκδίωξη του Γκιλλ και της ομάδας του στις 14 Αυγούστου, η τουρκική σημαία κυμάτισε ψηλά στον ιστό του ξενοδοχείου Ντόουμ, μαζί με άλλη μια απέναντι, στο Κομπονήσι. Παράλληλα, τα τουρκικά στρατεύματα, έχοντας προετοιμαστεί με την άνεσή τους για δυο εβδομάδες, άρχισαν μια δεύτερη εισβολή τόσο ανατολικά όσο και δυτικά της Κερύνειας
[…]
Με τη φυγή των Ηνωμένων Εθνών, ειδικά τις πρώτες μέρες, και με ό,τι άκουγαν στο ραδιόφωνο -με αποκορύφωμα τους βιασμούς και τις δολοφονίες στη δεύτερη εισβολή-, και ειδικά τα βράδια, οι εγκλωβισμένοι δεν ένιωθαν ασφαλείς. Για τούτο, τον πρώτο καιρό, οι εναπομείναντες πιο νέοι φρουρούσαν με βάρδιες την είσοδο κατά τη διάρκεια της νύχτας όταν αποχωρούσε ο αστυνομικός και παρέμεναν να περιπολούν έξω μόνο Τούρκοι ένοπλοι στρατιώτες. Συγκεκριμένα, ένας φρουρός ήταν πάντα λίγο έξω από την είσοδο μέρα νύχτα
(Ρήνα Κατσελλή, Οι εγκλωβισμένοι του ξενοδοχείου Ντόουμ, τομ. Α΄, σελ. 102-103)
Το πρώτο μέρος θα λέγαμε ότι είναι το μέρος με τη δημιουργία μεγαλύτερων και εντονότερων συναισθημάτων, καθώς περιγράφονται τα γεγονότα της εισβολής και αρκετές από τις βιαιοπραγίες των Τούρκων. Το δεύτερο μέρος αποτελείται από 72 σελίδες και περιγράφει τα γεγονότα από τον Σεπτέμβριο του 1974 μέχρι τις αρχές του 1976, όταν και έφυγε από το ξενοδοχείο και ο τελευταίος εγκλωβισμένος, Κώστας Ζαμπαρλούκος. Το μέρος αυτό διαιρείται σε 14 ενότητες, οι οποίες δημιουργήθηκαν ανά μήνα αυτή τη φορά, και 36 υποενότητες.
Παραθέτω απόσπασμα από τις τελευταίες ενότητες του μέρους, όταν ο Κώστας Ζαμπαρλούκος εκδιώχθηκε από την Κερύνεια:
Οδηγώντας το αυτοκίνητό του, το μόνο περιουσιακό του στοιχείο που του επέτρεψαν να πάρει, με συνοδεία φρουρών μπροστά και πίσω, πέρασε για τελευταία φορά από την Κερύνεια. Είδε τα πάντα αλλαγμένα, τις επιγραφές στους δρόμους στα τουρκικά και τα σπίτια βαμμένα με αλλοπρόσαλλα χρώματα, και την άλλοτε ζωηρή κίνηση στους δρόμους νεκρωμένη. Στην ακτή Κίμωνος, που με τόση επιμέλεια είχε επιχωματώσει ο παππούς του Κώστας Κατσελλής, στεκόταν τώρα ένα άγαλμα του Κεμάλ Ατατούρκ. Το ξενοδοχείο, όμως, στεκόταν ανάλλαγο στη δυτική πλευρά της πλατείας.
(Ρήνα Κατσελλή, Οι εγκλωβισμένοι του ξενοδοχείου Ντόουμ, τομ. Α΄, σελ. 178)Το τρίτο, και τελευταίο, μέρος του πρώτου τόμου αποτελεί το Επίμετρο του βιβλίου και αριθμεί 26 σελίδες.
Τον πρώτο τόμο ολοκληρώνει ένα έγχρωμο φωτογραφικό αφιέρωμα 46 σελίδων, με πλούσιο αυθεντικό φωτογραφικό υλικό, το οποίο περιλαμβάνει συνολικά 87 φωτογραφίες. Οι πλείστες φωτογραφίες προέρχονται από το αρχείο του Κώστα Ζαμπαρλούκου, ενώ οι υπόλοιπες προέρχονται από διάφορα αρχεία (Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου, αρχείο Κώστα Κατσελλή, αρχείο Δηαρχείου Κερύνειας, αρχείο Αναστάση Καριόλου, αρχείο οικ. Ξάνθου Χαραλαμπίδη, αρχείο Λαογραφικού Ομίλου Κερύνειας, αρχείο Μαίρης Παντέχη-Καρπασίτη, αρχείο Νάτιας Ιωαννίδου, αρχείο Ρήνας Κατσελλή, αρχείο Νίκου Κρανιδιώτη και αρχείο Ντίνας Επιφανείου Παντελίδη).Προχωρώντας, ο Β΄ Τόμος του έργου περιλαμβάνει μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα και αριθμεί συνολικά 174 σελίδες. Οι μαρτυρίες προέρχονται από αυθεντικές ημερολογιακές σημειώσεις ή επίσημες αναφορές, συνεντεύξεις, email(ηλεκτρογράμματα όπως τα ονομάζει η συγγραφέας), αυτοβιογραφικά βιβλία ή άρθρα που έχουν εκδοθεί σε εφημερίδες και περιοδικά και σχετικά επίσημα έγγραφα ή μαρτυρίες. Αξίζει να αναφερθεί πως η σειρά δημοσίευσής τους στον τόμο έγινε με βάση την ημερομηνία που αναγκάστηκαν να εκδιωχθούν από τις τουρκικές κατοχικές δυνάμεις από το ξενοδοχείο Ντόουμ στην Κερύνεια. Στο σημείο αυτό, να αναφέρω πως στην ορθογραφία των μαρτυριών διατηρήθηκε η αρχική ορθογραφία των κειμένων.
Παραθέτω ένα ενδεικτικό απόσπασμα από τη μαρτυρία του Μυριάνθη Χαραλάμπους:
Όταν φθάσαμε στη Μερσίνα άρχισεν η αποβίβασις των λεγομένων αιχμαλώτων και εκεί μας έλυσαν τα μάτια αλλά τα χέρια συνέχιζαν να είναι δεμένα πίσω. Ακολούθως μας πέταξαν σε μεγάλα στρατι[ω]τικά αυτοκίνητα όπως βάζουν τες κάσιες από πορτοκάλια και αφού έκλεισαν τον μουσιαμμά μετά αρκετήν ώρα καθυστέρησιν έγινεν εκκίνησι διά τα Άδανα. Εδώ βλέπεις όλη την ανθρώπινην δυστυχία συμμαζεμένη. Άνθρωποι εξαντλημένοι, αιματωμένοι, ρακένδυτοι, αιμόφυρτοι -άλλοι να βυζάνουν τα βρεγμένα από ιδρώτα και ούρα ενδύματα τους δια να σβήσουν τη δίψα τους άλλοι να βογγούν και άλλοι να πίνουν ούρα από την σιδερένια κάσια του αυτοκινήτου. Ήταν κάτι το ανατριχιαστικόν και αηδία το οποίον ουδέποτε θα φύγη από τη μνήμη μου. Υποπέσαμε στον μηδενισμό. Ασφαλώς όλοι προτιμούσαμεν την εκτέλεσιν.
(Ρήνα Κατσελλή, Οι εγκλωβισμένοι του ξενοδοχείου Ντόουμ, τομ. Β΄, σελ. 34-35)
Όπως αναφέρεται στο βιογραφικό του, ο Μυριάνθης, μετά την επιστροφή του, υπέφερε από τις κακουχίες της αιχμαλωσίας τόσο που δεν μπορούσε να εργαστεί. Τα σημάδια στο σώμα του ήταν αρκετά λόγω των ξυλοδαρμών, αλλά υπέφερε παράλληλα και ψυχικά. Δεν μπορούσε να ακούει θορύβους, π.χ. να κλείνει μια πόρτα δυνατά. Τα βράδια έβλεπε εφιάλτες και ξυπνούσε φωνάζοντας. Η καριέρα του ως αστυνομικός τελείωσε, ενώ πέθανε πρόωρα στα πενήντα εννιά του χρόνια.
Παραθέτω, όμως, κι ένα απόσπασμα που ανάμεσα στις βιαιοπραγίες των Τούρκων ξεχωρίζει. Πρόκειται για απόσπασμα παρμένο από τη μαρτυρία της μικρότερης σε ηλικία κοπέλας στις καταγραφές, Νάτιας Ιωαννίδη:
Όταν άρχισε ο χειμώνας, εγώ ήμουν μόνο με πλαστικά σάνταλα φλιφλό, και η μητέρα παρακάλεσε κάποιον Τούρκο στρατιώτη να μου αγοράσει ένα ζευγάρι παπούτσια για να φορώ, διότι είχε χειμωνιάσει και κρύωνα. Όντως, ο στρατιώτης μού αγόρασε τα παπούτσια αλλά δεν δέχτηκε χρήματα. «Έχω και εγώ μικρή αδελφή», της είπε. Αργότερα ήρθε και παρακάλεσε τη μητέρα μου, αν τη ρωτήσουν, να πει ότι του είχε δώσει χρήματα και πως δεν της τα δώρισε, γιατί τον κατήγγειλαν, πέρασε ανάκριση και θα είχε φασαρίες με τους ανωτέρους του αν μάθαιναν ότι της τα είχε χαρίσει. Ένα περιστατικό ανθρωπιάς στην τόση αγριότητα.
(Ρήνα Κατσελλή, Οι εγκλωβισμένοι του ξενοδοχείου Ντόουμ, τομ. Β΄, σελ. 61-62)
*
Προχωρώντας, αξίζει να αναφέρουμε ορισμένες έντεχνες λειτουργίες που εντοπίζονται στο έργο, όπως είναι η λειτουργία των μαρτυριών ως εγκιβωτισμένες αφηγήσεις, αφού με όμορφο τρόπο ενσωματώνονται στο κυρίως κείμενο του πρώτου τόμου. Επίσης, οι λειτουργίες του αφηγητή που εντοπίζονται, κυρίως στον πρώτο τόμο, είναι αρκετές (κυρίως αφηγηματική λειτουργία, σκηνοθετική/οργανωτική λειτουργία, επικοινωνιακή λειτουργία, ιδεολογική λειτουργία). Στέκομαι για λίγο στην ιδεολογική λειτουργία, καθώς στο σύνολο του έργου είναι έντονη, διότι υπάρχουν παρεμβάσεις του αφηγητή, άμεσες ή έμμεσες, που καθιστούν την ιδεολογική λειτουργία διάχυτη σε όλο το έργο.
Επίσης, αξίζει να υπογραμμίσουμε και τη λογοτεχνική αξία του έργου, αν και αδιαμφισβήτητα η ιστορική του αξία είναι σαφώς μεγαλύτερη. Χαρακτηριστικά αναφέρω πως αρκετοί εγκλωβισμένοι θέλησαν να μεταφέρουν στο χαρτί και στους στίχους τους την κατάσταση την οποία βίωναν καθημερινά, μαζί με τα συναισθήματά τους. Έτσι, αρκετά ποιήματα παρεισφρέουν στις σελίδες της ιστορικής καταγραφής δίνοντας μια λογοτεχνική νότα στο έργο. Ενδεικτικό είναι το ποίημα του Δώρου Χρίστη Ιγερινού, το οποίο έγραψε στις 6 Δεκεμβρίου του 1974:
Όταν θ’ ανοίξουν οι πόρτες του Ντόουμ
Όταν θ’ ανοίξουν οι πόρτες του Ντόουμ,
όταν θ’ ανοίξουν οι πόρτες της φυλακής,
αυτή η πόλη θα ξαναγίνει δική μας.
Θα ξαναγίνει πόλη μας,
έστω και υπό ‘αμφισβήτησιν’.
Το περιστέρι θα επιστρέψει στην κιβωτό του,
κι εμείς στο εγκαταλειμμένο Σπίτι.
Θα ξανακοιτάξουμε τον ερημωμένο κήπο μας.
Θα παραμείνουμε, έστω ‘υπό αγνώστους συνθήκας’
μέχρις ότου φέξει μια μέρα Αυγής.
Θα προσμένουμε την ώρα της Λογικής
θα καρτερούμε τη μέρα της Ειρήνης,
θα ελπίζουμε στη στιγμή της Ομόνοιας.
Κάποτε θ’ ανθίσει το λουλούδι της ανθρωπιάς
Κάποτε οι κάτοικοι τούτου του νησιού
θα μισήσουν τους πολέμους,
κάποτε οι κάτοικοι τούτης της γης
θα μιλήσουν αυτά που φέρνουν τους πολέμους.
Αυτή θα ’ναι η μόνη ελπίδα,
αυτή θα ’ναι η καλύτερη δικαίωση των νεκρών.
[….]
(Ρήνα Κατσελλή, Οι εγκλωβισμένοι του ξενοδοχείου Ντόουμ, τομ. Α΄, σελ. 138)
*
Κλείνοντας αυτή μου την παρουσίαση, στην αρχή της ομιλίας μου αναφέρθηκα στη νέα γενιά· μια γενιά ανθρώπων που δεν έζησαν την εισβολή και τις τραγικές της πτυχές. Με αυτή την ιδιότητα (της νέας γενιάς) μίλησα σήμερα για το βιβλίο της κας Κατσελλή. Πιστεύω ακράδαντα πως η σημασία της εν λόγω έκδοσης σήμερα, 46 χρόνια μετά, είναι τεράστια. Προσωπικά, επιμελήθηκα ένα έργο που αφορά ένα θέμα το οποίο δεν έζησα. Διάβασα περιστατικά που αποτυπώνονται στον ψυχισμό ενός ανθρώπου. Δεν είμαι πρόσφυγας κι όμως ένιωσα τον πόνο, την αγωνία και τους φόβους που είχαν όλοι οι εγκλωβισμένοι, ακόμα και τις αγωνίες που εξακολουθούν να έχουν σήμερα. Το μόνο σίγουρο, και θα κλείσω με αυτό, είναι πως η έκδοση του βιβλίου Οιεγκλωβισμένοι του ξενοδοχείου Ντόουμ θα αποτελέσει μια παρακαταθήκη για τη νέα γενιά, με την ελπίδα ότι θα την ωφελήσει. Σας ευχαριστώ θερμά!
Ομιλία που δόθηκε κατά τη διαδικτυακή παρουσίαση του βιβλίου της Ρήνας Κατσελλή, Οι εγκλωβισμένοι του ξενοδοχείου Ντόουμ, στις 21 Δεκεμβρίου 2020. Μέρος της ομιλίας είναι δημοσιευμένη στο περ. ΟΛΚή (ετήσιο δελτίο του Ομίλου Λογοτεχνίας και Κριτικής), τεύχος 1, Κύπρος, 2021, σσ. 136-140.