Μέρος 4
Σούπερ μάρκετ, ώρα αιχμής. Πολυτελή αυτοκίνητα παρακαρισμένα σε θέσεις Α.μ.ε.α.
– Μάλλον η πολυτέλεια προκαλεί μαλάκυνση του εγκεφάλου, πετάγεται ο Φρίντριχ
– Όχι Φρίντριχ μου. Προκαλεί γαουροσύνη, ξιπασιά και ττοπουζοσύνη, του απαντώ.
– Excuse me. Do you speak greek? με ρωτά.
Σούπερ μάρκετ, ώρα αιχμής. Λούνα πάρκ με συγκρουόμενα καροτσάκια. Εικόνες από κυκλοφοριακή κίνηση στο Πεκίνο. Καροτσάκια παρκαρισμένα με πολύ μελέτη σε καίρια σημεία που ενοχλούν τους πάντες. Παιδάκια κλαίνε γιατί έχασαν τους γονείς τους. Παιδάκια κλαίνε γιατί οι γονείς τους δεν τους παίρνουν σοκολάτες. Γονείς φωνάζουν στα παιδιά τους να αφήσουν τις σοκολάτες ήσυχες. Γονείς φωνάζουν στα παιδιά τους να μην απομακρύνονται. Ο Φρίντριχ γουρλώνει τα μάτια του. Κυρίες και κύριοι μιλούν στα κινητά τους έχοντας ενσωματωμένο τηλεβόα στο στόμα τους.
– Ο επόμενος! Ποιος έχει σειρά; πετάχτηκε μια πωλήτρια από τον πάγκο με τα τυριά. 133 άνθρωποι ισχυρίστηκαν ότι ήταν αυτοί οι επόμενοι.
– Έχω φρέσκο πράγμα σήμερα, σπαρταράει! ακούγεται από το ιχθυοπωλείο.
– Το αφεντικό τρελάθηκε, φωνάζει ο μανάβης. Τρελές προσφορές στα φθαρτά! Ένα ματσάκι μαϊντανό 35 σεντς, δύο ματσάκια 69 σεντς. Μόλις οι πελάτες άκουσαν τη λέξη προσφορά, σαν κύμα έσκασαν πάνω στο μαϊντανό και τον εξαφάνησαν.
Ο κρεοπώλης, που μαράζι το είχε να γίνει τενόρος, με στεντόρεια φωνή τραγουδά την όπερα του Rossini “Ο σφαγέας της Σεβίλλης”. Ο Φρίντριχ αρχίζει και τρέμει, ενώ τα μάτια του έχουν μείνει από την προηγούμενη παράγραφο, γουρλωμένα.
Βρίσκομαι μπλοκαρισμένος στη διασταύρωση ανάμεσα από το ράφι με τις σοκολάτες (ένα παιδί έχει πεισματώσει και απειλεί ότι θα πάει στα κατεχόμενα αν δεν του πάρουν μια σοκολάτα) και τις ζωοτροφές. Μπροστά μου μια κυρία εδώ και 133 λεπτά κρατά δυο ζωοτροφές στα χέρια της και κοιτά πότε τη μία και πότε την άλλη. Πίσω μου υπάρχουν έργα καθαρισμού του οδοστρώματος. Ένα βαζάκι με γλυκό του κουταλιού κείτεται νεκρό. Αριστερά δύο φίλοι έχουν κλείσει το δρόμο κουβεντιάζοντας ανέμελα.
Τραβώ χειρόφρενο. Πατώ γκάζι. Αφήνω το χειρόφρενο. Τούρμπο, σπινιάρισμα, ανάποδο τιμόνι. Προσπερνώ δύο απανωτά καρότσια από τα δεξιά και τσουπ! Βρίσκομαι στη φρουταρία. Κάποιοι ακόμη ψάχνουν για κάποιο ξεχασμένο ματσάκι μαϊντανού. Άλλοι σκυφτοί κλαίνε που άργησαν και έχασαν την προσφορά. Αγοράζω δυο κιλά μπανάνες. Πάω στην κοπελιά να μου τα ζυγίσει. Όμορφη κοπελιά, κυπραία, γύρω στα 23, με το βαμμένο της νυχάκι, το διακριτικό βάψιμό της.
– Γεια σας, της λέω.
– Γεια σου, μου λέει.
– Τελείωσες αγάπη μου; συνεχίζει.
Τώρα είναι η σειρά μου να γουρλώσω τα μάτια μου σαν το Φρίντριχ.
– Αγαπούλα μου sorry. κάναμε sex και δεν το θυμούμαι; Please θύμισε μου τη φάση, της λέω.
Ο Φρίντριχ αρχίζει και γελά νευρικά. Τα μάτια του ακόμα γουρλωμένα όπως και της κοπελιάς στη φρουταρία.
Προχωρώ. Βρίσκω λίγο χώρο στα ράφια με τις κονσέρβες. Σκύβω για να πιάσω μία με φύτρες φασολιού. Μια κονσέρβα με ψιλοκομμένες ντομάτες φεύγει από τα χέρια κυρίας, κάνει ελεύθερη πτώση και προσγειώνεται πάνω στο κεφάλι μου πριν πέσει στο πάτωμα. Σφίγγω τα δόντια για να μην τσιρίξω από τον πόνο. Γουρλώνω τα μάτια μου, γίνομαι κόκκινος σαν παντζάρι. “Ουπς”, κάνει η κυρία, σκύβει, πιάνει την κονσέρβα, τη βάζει στη θέση της. Φεύγει.
Ούτε ένα συγγνώμη x1 = έλλειψη κοινωνικής παιδείας
Ούτε ένα συγγνώμη x2 = απάθεια
Ούτε ένα συγγνώμη x3 = εγωισμός
……………………………………………………..
Ούτε ένα συγγνώμη x133 = άι σιχτήρ κυρά μου!
συνεχίζεται…