EIKONA: Christopher Jolly
Μια αλλιώτικη επιλογή βιβλίων, με τα προσωπικά κριτήρια κάποιων «καθ’ έξιν» αναγνωστών.
Σε μια εποχή στην οποία μεσουρανεί το διαδίκτυο και οι άνθρωποι ξοδεύουν τον χρόνο τους μπροστά στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, οι βιβλιοφάγοι βρίσκουν ακόμη γοητεία στην τυπωμένη σελίδα. Ενώ διαβάζουν το τελευταίο τους βιβλίο, έχουν στο γραφείο τους ανοιχτά δυο-τρία άλλα. Οκτώ από αυτούς, οι συγγραφείς Αιμίλιος Σολωμού, Γιώργος Τριλλίδης, Κωνσταντία Σωτηρίου και Στέφανος Παντελίδης, η φιλόλογος Θεοδώρα Παυλίδου, η μεταφράστρια Δέσποινα Πυρκεττή, η σκηνοθέτιδα Μαγδαλένα Ζήρα και ο γραφίστας-δημοσιογράφος Χρήστος Αρβανίτης, ανταποκρίθηκαν στην πρόσκλησή μας και γράφουν για τα βιβλία που διάβασαν και τους άρεσαν. Άμος Οζ, Λάζλο Κρασναχορκάι, Αλεξάνδρα Ζαμπά, Ενρίκε Βίλα Μάτας, Γιον Κάλμαν Στέφανσον, Νάσια Διονυσίου, Δημήτρης Λιαντίνης, Κώστας Περούλης, Κλοντ Χάουτον είναι οι συγγραφείς, Έλληνες και ξένοι, που τους γοήτευσαν και φιλοδοξούν να σας παρασύρουν, ενδεχομένως, να τους «συναντήσετε» στο βιβλιοπωλείο.
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΥΡΚΕΤΤΗ
Αλεξάνδρα Ζαμπά, Μεθόρια Ποιήματα, (Αρμίδα, 2017)
Ποιητική Ανθολογία από το εργαστήριο «Ποίηση και Σκιές» (της ίδιας) στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας Boemondo, Ρώμη
Το Κέντρο Boemondo, στη Ρώμη, φέρνει ανθρώπους με σοβαρές ψυχικές διαταραχές σε επαφή με τις δομές της ποίησης και του θεάτρου. Η Αλεξάνδρα Ζαμπά, Κύπρια που εργάζεται στην Ιταλία, έχει επίγνωση της έλξης που ασκούν οι λέξεις στις σκέψεις – και πιο πολύ οι λέξεις που οι λήπτες υπηρεσιών ψυχικής υγείας έχουν απωθήσει από τον καθημερινό τους λόγο. Το εργαστήρι «Ποίηση και Σκιές» ενσαρκώνει την πεποίθησή της ότι η συγκινησιακή γλώσσα μπορεί να ανελκύσει την υπαρξιακή αγωνία ενός «άλαλου» ανθρώπου:
Δεν είμαι αυτός που βλέπετε.
Σπάνια σας μιλώ εγώ
συχνά οδηγεί εκείνος ο άλλος.
Τα «Μεθόρια Ποιήματα», σε ελληνική μετάφραση της Ζαμπά, αποτελούν τεκμήριο μιας συνεργίας που, εξ ορισμού, αμβλύνει τη μοναξιά της νόσου, ενώ αντιτάσσουν την εποικοδομητική αναδίφηση του βιώματος απέναντι στο συναισθηματικό χάος. Εκεί όπου οι βαθύτερες λέξεις δεν επαρκούν για να ψηλαφήσουν το τραύμα, η εικονοποιητική δύναμη της επιθυμίας μεταποιεί την απόγνωση σε προσδοκία:
Ανοίγω προς τον άλλον, περιμένω, χαμηλοβλέπω
Με σκοτεινό και τεταμένο πρόσωπο παλεύω τη νύχτα
Θα ήθελα να αδειάσω το μυαλό μου
Κάποια απ’ τα σαράντα τρία ποιήματα που συνθέτουν την ανθολογία, προτείνουν αναπάντεχες λεκτικές συνάψεις, μπροστά στις οποίες το γλωσσικό σύμπαν της περιλάλητης ανοσίας μας ωχριά. Μπορεί να μη διεκδικούν δάφνες κορυφαίας λογοτεχνικότητας, όμως αναδεικνύουν την ποιητική πράξη ως διεργασία ενδοπροσωπικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας – αναδεικνύουν, δηλαδή, την ποίηση ως μια βαθιά ανθρωπιστική πράξη.\
